Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος

 

ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ

 

 

Γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1929 στον Πειραιά, ενώ η ιδιαίτερη πατρίδα του είναι η Κεφαλονιά. Ακολούθησε θεολογικές σπουδές στο τμήμα της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών από όπου και αποφοίτησε το 1952. Συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές Θρησκειολογίας, Εθνολογίας, Ιεραποστολικής, Aφρικανολογίας στα Πανεπιστήμια Αμβούργου και Mαρβούργου Γερμανίας ενώ ολοκλήρωσε ερευνητική εργασία στο Makerere University College στην Kαμπάλα (Ουγκάντα) ως υπότροφος του γερμανικού Ιδρύματος Alexander von Humboldt.

 

 


Η επιστημονική του σταδιοδρομία υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγική καθώς μεταξύ άλλων διετέλεσε: καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντής του «Διορθοδόξου Kέντρου Αθηνών της Εκκλησίας της Ελλάδος», Πρόεδρος της «Επιτροπής Συμπαραστάσεως Κυπριακού Αγώνος» του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Aθηνών (1993-2005),  Επίτιμος διδάκτωρ της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού, Brookline , Ma. H.Π.A. (1989) και του Τμήματος Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (1995), Επίτιμο μέλος της Θεολογικής Ακαδημίας Mόσχας (1998), Επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Κραϊόβας (2006), Επίτιμος διδάκτωρ Φιλοσοφίας: του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής, του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (1996), του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (1996) και του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Aθηνών.

 
Το 1964 ξεκίνησε τις ιεραποστολικές του προσπάθειες στην Αφρική (κυρίως στην Ουγκάντα) όπου έμαθε τις τοπικές διαλέκτους συνδέθηκε με την τοπική κοινότητα και προσέφερε σημαντικό έργο πριν αναγκαστεί να αποχωρήσει όταν προσβλήθηκε από ελονοσία.


Θεωρείται πρωτοστάτης στη σύγχρονη αναγέννηση της Εξωτερικής Ιεραποστολής της Ορθόδοξης Eκκλησίας ενώ τη δεκαετία 1981-1991, ως Τοποτηρητής της Ιεράς Μητροπόλεως Eιρηνουπόλεως - Ανατολικής Αφρικής (Kένυα, Oυγκάντα, Tανζανία), ίδρυσε και οργάνωσε την Πατριαρχική Σχολή «Aρχιεπίσκοπος Kύπρου Mακάριος», την οποία διηύθυνε επί δεκαετία. Όλα αυτά τα χρόνια χειροτόνησε 62 αφρικανούς κληρικούς και 42 αναγνώστες  κατηχητές, προώθησε τις μεταφράσεις της Θείας Λειτουργίας σε 4 αφρικανικές γλώσσες,  μερίμνησε για τη σταθεροποίηση 150 περίπου ορθοδόξων ενοριών και πυρήνων και την ανέγερση δεκάδων ναών, ανήγειρε 7 ιεραποστολικούς σταθμούς και φρόντισε για τη δημιουργία σχολείων και ιατρικών σταθμών.


Τη δεκαετία του 90, το Οικουμενικό Πατριαρχείο του αναθέτει την «αναστήλωση» της διαλυμένη Εκκλησίας της Αλβανίας, η οποία είχε καταρρεύσει ύστερα από 46 χρόνια διωγμών.


Μέσα σε τεράστιες δυσκολίες θα καταφέρει  να ανασυγκροτήσει εκ βάθρων την Εκκλησία της Αλβανίας δημιουργώντας πάνω από 400 ενορίες, θεολογικές σχολές και εκκλησιαστικά σχολεία τα οποία λειτουργούν σήμερα σε ιδιόκτητα συγκροτήματα. Επί των ημερών του, η Εκκλησία της Αλβανίας μόρφωσε και χειροτόνησε δεκάδες νέους κληρικούς, ίδρυσε Κέντρα Νεολαίας σε διάφορες πόλεις και μερίμνησε για τη μεταφραστική προσπάθεια και την έκδοση λειτουργικών και άλλων θρησκευτικών βιβλίων. Επίσης συνέστησε Tεχνική Yπηρεσία ανοικοδομώντας 150 νέους ναούς, δεκάδες μοναστήρια και εκκλησίες, πολιτιστικά μνημεία ενώ δημιούργησε κλινικές, ξενώνες και κατασκηνώσεις νεολαίας.


Το ανθρωπιστικό, κοινωνικό και πολιτιστικό έργο που φέρνει σε πέρας καθημερινά η Εκκλησία της Αλβανίας είναι ανεκτίμητο και περιλαμβάνει πρωτοποριακά προγράμματα στους τομείς εκπαιδεύσεως, υγείας, κοινωνικής προνοίας, αγροτικής αναπτύξεως, πολιτισμού και οικολογίας. Ένα έργο που έχει συμβάλλει αποφασιστικά στην προσέγγιση Ελλάδας και Αλβανίας όλα αυτά τα χρόνια.


Η σεμνή αλλά και συνάμα δραστήρια πορεία του Αρχιεπίσκοπου Αναστάσιου και η νηφάλια και διεισδυτική ματιά του τον κατατάσσουν στις κορυφαίες προσωπικότητες της εποχής μας.